Η ΠΕΛΑΣΓΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ  

του Νίκου Μπατσικανή

   

Η ιστορία της Πελασγίας, κωμόπολης στην Ανατολική Φθιώτιδα, χάνεται στα βάθη των αιώνων. Τα πιο παλιά χρόνια ονομαζόταν Γαρδίκι (Τουρκοκρατία) και Γαρδίκιον Κρεμαστής Λαρίσης, μετά το έτος 1836, μέχρι και το 1925. Στα 1926, το Δημοτικό Συμβούλιο του Γαρδικίου Κρεμαστής Λαρίσης, λαμβάνοντας υπόψη του το φρούριο, με Πελασγικά τείχη, στην κοντινή περιοχή «Κάστρο», που μοιάζει να «κρέμεται» στην πλαγιά τής περιοχής (παρόμοιο των Μυκηνών), το οποίο σώζεται, ακόμη, και φέρει -ανά διαστήματα- πύργους, τρεις πύλες και μια πυλίδα, πλάτους 1,36 μ.) αποφάσισε η κωμόπολη να λάβει το όνομα Πελασγία, στηριζόμενο και στα παρακάτω γραπτά τού Στράβωνα, ενώ ως σφραγίδα τού Δήμου καθιέρωσε την κεφαλή τού Αχιλλέα, μιας και νομίσματα με τη μορφή του, αλλά και της μητέρας του Θέτιδας έχουν βρεθεί, μόνο, στην περιοχή αυτή, και είχαν κοπεί μετά την αυτονομία που απέκτησε ο τόπος, από τον Δημήτριο Πολιορκητή (302 π.Χ.). Βρίσκονται, δε, στο «Νομισματικό Μουσείο Αθηνών» και στη συλλογή της «Άλφα» Τράπεζας. (Δυστυχώς, στο «Νομισματικό Μουσείο Αθηνών», σχετικό έντυπο αναφέρει: Κρεμαστή Λάρισα, Θεσσαλία, κάτι για το οποίο έχω διαμαρτυρηθεί, εγγράφως, στον διευθυντή του, στο Υπουργείο Πολιτισμού και στην Αρχαιολογική Υπηρεσία, χωρίς να λάβω απάντηση, όπως είχαν υποχρέωση να κάνουν σε κάθε πολίτη που τους απευθύνεται).

Στράβωνας, «Γεωγραφικά» (βιβλίο Θ΄, 435-440): «Είθ’ εξής παραπλεύσαντι σταδίοις εκατόν ο Εχίνος υπέρκειται. Της δ’ εξής παραλίας εν μεσογαία εστίν η Κρεμαστή Λάρισα1, είκοσι σταδίους2 αυτής διέχουσα, η δ’ αυτή και Πελασγία λεγομένη Λάρισα».

Ενώ, σε άλλο σημείο, αναφέρει: «Και Άλος, δε, και Λάρισα η Κρεμαστή και το Δημήτριον υπ’ εκείνω, πάσαι προς έω της Όρθρυος». Μετάφραση: Μετά από εκατό στάδια βρίσκεται ο Αχινός και πιο πέρα, 20 στάδια εσωτερικά τής παραλίας, η Κρεμαστή Λάρισα, η οποία λέγεται και Πελασγία. Και οι πόλεις Άλος, Κρεμαστή Λάρισα και Δημήτριο, κάτω από εκείνο (το βασίλειο) βρίσκονται όλες, προς την ανατολική πλευρά τής Όθρης.

1. Η πόλη «Άργος Πελασγικόν» (σ.σ. ή Κρεμαστή Λάρισα ή Πελασγίς Λάρισα) είναι στην περιοχή τής σημερινής Πελασγίας (βλ. H. M. Chadwick: The Heroic Age, 1912, σελ. 280, σημ. 1).

(http://www.mikrosapoplous.gr/iliada/BIBLIO_2_591_710.htm)

2. Το στάδιο υπολογίζεται σε 184,83 μέτρα, ενώ η απόσταση Παραλία Πελασγίας – Κρεμαστής Λάρισας είναι 3.696 μέτρα, όσο και στην πραγματικότητα.

Ο σπουδαίος και αναγνωρισμένος Γεωγράφος Στράβωνας (67 π.Χ. – 23 μ.Χ.), ο οποίος ήταν υπαρκτό πρόσωπο, ταυτίζει την Πελασγία με την Κρεμαστή Λάρισα, όπως και το Υπουργείο Πολιτισμού στις αναφορές του, αλλά και στις πινακίδες του για το «Κάστρο».

Η λέξη Λάρισα ή Λάρισσα σημαίνει φρούριο, αλλά μία είναι η Κρεμαστή Λάρισα, πόλη των: Πηλέα – Αχιλλέα, αυτή στην ανατολική Φθιώτιδα. Όταν ο Αχιλλέας αποκαλείται, από ορισμένους, «Λαρισαίος» σημαίνει από την Κρεμαστή Λάρισα (σημερινή Πελασγία) και όχι από άλλη ομώνυμη πόλη.

Αλλά και ο μέγας τραγικός ποιητής Ευριπίδης (480 π.Χ. – 406 π.Χ.), που κι αυτός υπήρξε στ’ αλήθεια, έγραψε στο έργο του «Ιφιγένεια εν Αυλίδι»:

«Οι πολεμοχαρείς εκ Φθίας Μυρμιδόνες επέβαιναν σε 50 πλοία, που στην πρύμνη τους είχαν χρυσά αγάλματα Νηρηίδων. Μαζί με το Πελασγικόν Άργος (πλησίον Πελασγίας), συμμετείχαν και η Άλος (πλησίον Αλμυρού – Σούρπης), η Αλόπη (έξω από τις Ράχες) και η Τραχίς (πλησίον Ηράκλειας»).

Πελασγικόν Άργος (από τον Άργο: αδελφό του Πελασγού, για να ξεχωρίζει από το Άργος της Πελοποννήσου) λεγόταν η πόλη αρχικώς, ενώ Κρεμαστή Λάρισα ονομάστηκε αργότερα, μετά τον 6ο αιώνα π.Χ., αλλά είναι η ίδια πόλη. (Βλ. H. M. Chadwick: The Heroic Age, 1912, σελ. 280, σημ. 1).

(Βλ. και Πλατή Δ. «Λαμία», Αθήνα 1973, σελ. 15-19).

Συνεπώς, οι Μυρμιδόνες και ο Αχιλλέας, με όσα έγραψαν οι: Ευριπίδης και Στράβωνας, έφυγαν από συγκεκριμένες πόλεις, που βρίσκονταν στη σημερινή ανατολική Φθιώτιδα (όχι στη βόρεια, που κι εκεί ήταν Φθία), και όχι από άλλο μέρος. Η περιοχή, δε, ονομάστηκε Φθία από τον Φθίο (Βλέπε παρακάτω).

Η Πελασγία (Πελασγικόν Άργος ή Λάρισα Κρεμαστή, ή Πελασγίς Λάρισα, κατά την αρχαιότητα) είναι η τελευταία κωμόπολη στην Ανατολική Φθιώτιδα, η οποία συμπίπτει με μέρος στην αρχαία Φθία, περιοχή που έφτανε μέχρι και την περιοχή των Φαρσάλων (η πόλη δεν υπήρχε ακόμη), του σημερινού Νομού Λαρίσης, τη Νέα Αγχίαλο (Φθιώτιδες Θήβες) της σημερινής Μαγνησίας και τους Ωραιούς της Εύβοιας.

Στην περιοχή (κατά Όμηρο, Στράβωνα και νεότερους μελετητές) την εποχή τού Τρωικού Πολέμου, περί το 1280 π.Χ. (η μία εκδοχή) βασίλευαν ο Πηλέας με τη Νηρηίδα Θέτιδα. Γιος τους ήταν ο Αχιλλέας, τον οποίον η μητέρα του βάφτισε στα νερά τής Στύγας (ή του Σπερχειού), κρατώντας τον, γυμνό, μόνο, από τη φτέρνα, ώστε να τον κάνει αθάνατο. Άλλες πληροφορίες θέλουν τον Τρωικό Πόλεμο να πραγματοποιήθηκε τον 16ο αιώνα π.Χ. καθώς η νεκρικές μάσκες που βρέθηκαν στους τάφους των Μυκηνών έχουν χρονολογηθεί τότε.

Ο αρχαιολογικός χώρος «Κάστρο» βρίσκεται Β.Α. της Πελασγίας. Μαθητές τού Δημοτικού Σχολείου, όντες, τη δεκαετία τού 1960, σε ημερήσια εκδρομή, σκάβοντας με τα χέρια και ξύλα, ανασύραμε, από σχετικά μικρό βάθος, διάφορα αρχαία μαρμάρινα ευρήματα, τα οποία μεταφέραμε στο κτήριο* του παλιού Δημοτικού Σχολείου, αλλά αργότερα κατέληξαν στο Αρχαιολογικό Μουσείο Λαμίας, όπως έχω πληροφορηθεί. *κτήριο (από το κτήμα) και όχι κτίριο (όπως το κάνανε τώρα).

Τις απόψεις μου, περί αρχαιολογικού ενδιαφέροντος της περιοχή μας, ενισχύει και το γεγονός πως, κοντά στην Πελασγία, υπάρχουν κι άλλα αρχαιολογικά κατάλοιπα, όπως το δάπεδο και κολώνες Ναού τού Ερμή, στην «Παναγίτσα» Κυπαρισσώνα, ο οικισμός στον λόφο Αγίου Κωνσταντίνου (κοντά στην Παραλία, που ανάγεται στα κοντινά προ Χριστού χρόνια), σκόρπια ευρήματα κεφαλών, αγγείων κ.ά.

Τα στοιχεία αυτά παραθέτουν και νεώτεροι ερευνητές, όπως οι: Κρατίνος Αποστολίδης, Ιωάννης Βορτσέλας, Ζήσης Πρωτοπαπάς και το εγκυκλοπαιδικό λεξικό «Υδρία». Προσθέτω και τις περιγραφές του Γερμανού περιηγητή Friedrich Stahlin, στις οποίες παραθέτει και χάρτη τής περιοχής, «Das Hellenishe Thessalien”, 1924, όπου φαίνεται ότι η Κρεμαστή Λάρισα αποτελούνταν από τρία τμήματα. Γράφει συγκεκριμένα: «Ανάμεσα στη Σουβάλα (σημ. Βαθύκοιλο) και στο Γαρδίκι (σημ. Πελασγία) ανοίγεται η κοιλάδα τής Λάρισας, η οποία ακόμα, σήμερα, έχει πολλά νερά και είναι φυτεμένη με αμπελώνες. Ανοίγεται σε έναν ημικυκλικό κόλπο με επίπεδη ακτή. Η Κρεμαστή Λάρισα βρισκόταν στο όρος Όθρης, 3,5 χιλ. από τη θάλασσα.

Σε έγγραφο του 1852, ο τότε Νομάρχης Φθιώτιδας, Ανδρέας Ζυγομαλάς, μεταξύ άλλων, αναφέρει σε επίσημο έγγραφό του ΠΡΟΣ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΝ ΤΩΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ:

«Περὶ ἀνακαλύψεως ἀπολιθωμένου Δράκοντος.

Ἐπισκεφθεὶς, κατὰ τὴν ἐπιστροφήν μου ἐκ τοῦ χωρίου Γλύφας, τὸ ἀρχαῖον κυκλωπικὸν φρούριον τῆς Κρεμαστῆς Λαρίσσης, ὅπερ κατὰ τὴν γνώμην τῶν ἀρχαίων ποιητῶν καὶ ἱστοριογράφων ἦτον ἕδρα τῆς ἐπικρατείας τοῦ Ἀχιλλέως, ἀνεκάλυψα μεταξὺ τῶν πεπτωκότων λίθων τοῦ ἀσύλου τοῦ φρουρίου, δράκοντα ἀπολιθωμένον, ἤτοι ὄφιν ἐκ τοῦ γένους τῶν (Βόας Costrutor) τῶν Εὐρωπαίων». Πληροφορίες εδώ: http://www.kaliterilamia.gr/2016/09/blog-post_818.html

Το τραγικό είναι ότι, στην περιοχή, δεν έγιναν ποτέ συστηματικές ανασκαφές κι ο χώρος είναι αφύλαχτος για αιώνες.

Στην αρχαιότητα, όπως προανέφερα, τμήματα της σημερινής Μαγνησίας και μικρό μέρος τού Νομού Λαρίσης ανήκαν στη Φθία, ενώ, και στους νεώτερους χρόνους, πολλά χωριά τής νοτιοδυτικής Μαγνησίας ανήκαν στον Νομό Φθιώτιδας, μεταξύ των οποίων και το παραθαλάσσιο Αχίλλειο (ασφαλές φυσικό λιμάνι τής περιοχής, ίσως και του Αχιλλέα, εξ ου και τ’ όνομά του –προφανώς-, και υπάρχει ακόμα το σημείο απ’ όπου έριχναν τα πλοία στη θάλασσα, οι Μυρμιδόνες, στην περιοχή που ονομάζεται «Λυκούρα»). Όπως όλοι γνωρίζουμε, στην αρχαιότητα δεν κατασκεύαζαν λιμάνια, αλλά χρησιμοποιούσαν τους φυσικούς όρμους ως αγκυροβόλια, ενώ, όπως και τώρα, ναυπηγεία και καρνάγια, βρίσκονται δίπλα στην ακτή, και όχι στα βουνά ή στις πεδιάδες που υπάρχουν μακριά από τη θάλασσα, ώστε με ευκολία να μπαίνουν και να βγαίνουν τα πλοία στο νερό, είτε στην αρχική τους καθέλκυση, είτε για επισκευές. Πέρα από τη Νέα Αγχίαλο (Φθιώτιδες Θήβες) και τις σημερινές Μικροθήβες άρχιζε η περιοχή τής Ιωλκού, όπου βασίλευσαν ο Πελίας κι αργότερα ο γιος του Άκαστος. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως ο Αχιλλέας ήταν Θεσσαλός, απλώς, τμήματα των Θεσσαλικών περιοχών ανήκαν στην Αρχαία Φθία, ενώ, είναι σε όλους γνωστό πως, ο Αχιλλέας ήταν Μυρμιδόνας, από τη γενιά του Αιακού (Αιακίδες).

Οι Πελασγοί ζούσαν στην Ελλάδα αιώνες πριν την κάθοδο Ιώνων και Αχαιών (2000 – 1400 π.Χ.). Κατά την ελληνική Μυθολογία, ήταν απόγονοι του Πελασγού, γιου τού Δία και της Νιόβης, απ’ όπου ονομάσθηκαν, μετά, Πελασγοί. Ο Πελασγός και η κόρη τού Ωκεανού, Μελίβοια (ή, κατ’ άλλους, με την Κυλλήνη) γέννησαν τον Λυκάονα, ο οποίος, με πάρα πολλές γυναίκες, απέκτησε 50 γιους: Θεσπρωτό, Μάκεδνο (Μακεδονία), Μαίναλο, Φθίο1 (Φθία), Λύκιο, Ορχομενό, κι έτσι οι Πελασγοί εξαπλώθηκαν σε όλη την Ελλάδα, η οποία, αρχικώς, ονομαζόταν Πελασγία και οι κάτοικοί της Πελασγοί: «Της νυν Ελλάδος, πρότερον δε Πελασγίης καλουμένης». (Ηρόδοτος, B΄ 54-57).

Πελασγός, κατά τη μία εκδοχή, είναι σύνθεση των λέξεων «πέλα», που σημαίνει σιμά, και «άγω» = οδηγώ, δηλαδή οδηγώ τον λαό μου κάπου σιμά, με την προοπτική εξεύρεσης τροφής και νερού. Κατά τη δεύτερη εκδοχή, του 1958, προέρχεται από τις λέξεις «bhel»2 και «osgho»3 της «Ινδο-ευρωπαϊκής» Γλώσσας, που σήμαινε ανθισμένο κλαδί, απ’ όπου, ίσως, να επικράτησε, στην Πελασγία, κι ο λεγόμενος «Απάν Χορός», που θύμιζε ανοιγμένο στάχυ ή λουλούδι και χορευόταν άνοιξη (μα και σε άλλες τοπικές γιορτές μέχρι, και το έτος 1970. Είχε μαγνητοσκοπηθεί από την αείμνηστη Δώρα Στράτου). Κατά τρίτη εκδοχή, προέρχεται από τη λέξη «πέλαγος – θάλασσα». Οι ονομασίες Πελασγοί – Πελασγία ίσως να προέρχονται κι απ’ ευθείας από τον Πελασγό, Γενάρχη της φυλής, που το όνομά του σήμαινε πνεύμα που είχε τη δυνατότητα να κάνει τα κλαδιά να ανθίζουν.

1: Σύμφωνα με άλλη άποψη, ο Φθίος ήταν γιος τού Ποσειδώνα και της κόρης τού Πελασγού Λάρισας. 2, 3: Το b εξελίχθηκε σε π, το g σε γ, το ο σε α.

Oι Έλληνες είναι αυτόχθονες κι απευθείας απόγονοι των Πελασγών. Αρχαία αποσπάσματα φωτίζουν την ελληνική καταγωγή από τους Πελασγούς:

«Γιατί εμείς που κατοικούμε σε αυτήν την πόλη, δεν διώξαμε από δω τους κατοίκους, ούτε τη βρήκαμε έρημη, ούτε συγκεντρωθήκαμε πολλών εθνών μιγάδες και ήρθαμε να την καταλάβουμε. Η καταγωγή μας είναι τόσο καλή και γνήσια, ώστε η ίδια η γη, στην οποία γεννηθήκαμε, βρίσκεται στην κατοχή μας χωρίς καμία διακοπή. Εμείς είμαστε αυτόχθονες και μπορούμε να ονομάσουμε την πόλη με τα ίδια ονόματα που δίνει κανείς στους πλησιέστερους συγγενείς του. Μόνο εμείς, απ’ όλους τούς Έλληνες, έχουμε το δικαίωμα να την αποκαλούμε τροφό, πατρίδα και μητέρα» (Ισοκράτης, «Πανηγυρικός», 24-25).

«Ην γαρ και το των Πελασγών Γένος Ελληνικόν, εκ Πελοποννήσου, το αρχαίον, και τον Πελασγόν αυτόχθονα λέγων» (Διονύσιος ο Αλικαρνασσεύς, «Ρωμαϊκή Αρχαιολογία» Ι 17).

Επίσης, ο Οβίδιος (Λατίνος ποιητής), αναφερόμενος στα γεγονότα τού Τρωικού Πολέμου, ταυτίζει συνεχώς τους Πελασγούς με τους Έλληνες:

«Χίλια πλοία τον ακολούθησαν και κάθε φυλή των Πελασγών μαζί, δεμένοι με όρκο σε κοινή εκστρατεία» («Μεταμορφώσεις», Βιβλίο XII, στίχος 7).

«Ήδη, ο τρόμος όλων των Φρυγών, στολίδι και προστάτης τού έθνους των Πελασγών, ο Αιακίδης, ο αξεπέραστος στη μάχη (Αχιλλέας)…» («Μεταμορφώσεις», Βιβλίο XII, στίχος 611).

Ο Θουκυδίδης, επίσης, θεωρεί τους Έλληνες απογόνους των Πελασγών:

«Προ των Τρωικών, δηλαδή, δε φαίνεται να επεχείρησε τίποτα ενωμένη η Ελλάς. Φρονώ, δε, και ότι δεν είχε ακόμη το όνομα αυτό ολόκληρη η χώρα, αλλά προ των χρόνων τού Έλληνα (υιού τού Δευκαλίωνα) δεν υπήρχε καθόλου η ονομασία αυτή, κι έδιναν στη χώρα, κατά τόπους, το όνομά τους, οι διάφοροι λαοί, στα περισσότερα, δε, μέρη, οι Πελασγοί…» (Θουκυδίδης, «Πελοποννησιακός πόλεμος», Α΄, 3).

Ο Όμηρος ονόμαζε «Έλληνες» τους κατοίκους της Φθίας, τους γνωστούς Μυρμιδόνες, συντρόφους – πολεμιστές τού Αχιλλέα, κι Ελλάδα τη Φθία, μα όχι πως υπήρχε κι άλλη πόλη, με το όνομα «Ελλάδα» στην Αρχαία Φθία, όπως, πολλοί, μεταφράζουν (λάθος, κατά τη γνώμη μου, κι επειδή έτσι τους συμφέρει, για να τοποθετήσουν την πόλη αυτή στον τόπο καταγωγής του ο καθένας).

«Ιλιάδα», ραψ. Β΄, στίχοι 681-685: «Νυν αυ τους όσσοι το Πελασγικόν Άργος1 έναιον, οι τ’ Άλον, οι τ’ Αλόπην, οι τε Τρηχίνα νέμοντο, οι τ’ είχον Φθίην ηδ’ Ελλάδα καλλιγύναικα, Μυρμιδόνες δε καλεύοντο και Έλληνες και Αχαιοί, των αυ πεντήκοντα νεών ην αρχός Αχιλλεύς». Μετάφραση: «Κι απ’ τ΄ Άργος το Πελασγικόν όσ’ ήλθαν και απ’ την Άλον και απ’ την Τραχίνα πληθυσμοί και απ’ την Αλόπην όσοι, κι όσοι απ’ την καλλιγύναικα Ελλάδα και την Φθίαν, και Μυρμιδόνες και Αχαιοί και Έλληνες λέγονταν, πενήντα πλοία και αρχηγός εις όλους ήταν ο Αχιλλέας».

Ο Όμηρος, παρακάτω, (Ιλιάδα, ραψ. Β΄, στίχ. 695-698) αναφέρει, αλλά ξεχωρίζει τις γειτονικές πόλεις Αντρώνα και Πτελεό, απ’ όπου ο Πρωτεσίλαος. «Άνδρες η Πύρασος χλωρή, που η Δήμητρα έχει δάσος, η Ίτων η πολύαρνη και η Φυλακή εστείλαν, και της Αντρώνος οι γιαλοί και η Πτελεός χλοώδης. Ο ανδρείος Πρωτεσίλαος ήτο αρχηγός τους πρώτα».

Οι κυρίως πόλεις της Φθίας ήταν τέσσερις, αλλά κάποιοι προσθέτουν και τις πόλεις: Φθία κι Ελλάδα (τις οποίες, αυθαιρέτως, τοποθετούν όπου τους βολεύει).

Επίσης, ο Όμηρος ξεχωρίζει και τους πολεμιστές από τη Θαυμακία (περιοχή Δομοκού): (Ιλιάδα, ραψ. Β΄, στίχ. 716-718): «Της Θαυμακίας στάλθηκαν και της Μηθώνης άνδρες, της Ολιζώνος πετρωτής και ομού της Μελιβοίας. Και ο Φιλοκτήτης αρχηγός, εξαίσιος τοξότης, μ’ επτά καράβια ολόμαυρα». Επτά καράβια είχαν οι «ορεινοί», ενώ οι Μυρμιδόνες είχαν πενήντα, διότι και οι 4 πόλεις της Αρχαίας Φθίας βρισκόντουσαν κοντά στη θάλασσα.

Στην υπόλοιπη σημερινή Φθιώτιδα (αλλά όχι στην Αρχαία Φθία, των Πηλέα – Αχιλλέα) ανήκαν: η Οπούντα στον Αίαντα (Ιλ. Β΄ 527) και η Δολοπία στον Φοίνικα (Ιλ. Ι΄ 484).

Οι Μυρμιδόνες (Αχαϊκό φύλο) έφτασαν στη Φθία περί το 1350-1300 π.Χ. Το θέμα έχει ως εξής: Ο Αιακός, κατά την ελληνική μυθολογία, ήταν γιος τού Δία και της νύμφης Αίγινας. Όταν, κάποτε, ο Αιακός είδε πάνω στον κορμό ενός δένδρου αμέτρητα μυρμήγκια, παρακάλεσε τον πατέρα του, Δία, να του στείλει τόσους ανθρώπους, σε αυτό το νησί, όσα ήταν και τα μυρμήγκια. Και ο Δίας, ακούγοντας τα παρακάλια τού γιου του, μεταμόρφωσε τα μυρμήγκια σε ανθρώπους που, σύμφωνα με την παράδοση, ονομάστηκαν Μυρμιδόνες, λόγω της προέλευσής τους. Ο Αιακός υπήρξε Γενάρχης τού Γένους των Αιακιδών, πρώτος βασιλιάς τής Αίγινας και σύζυγος της Ενδηΐδας (κόρης τού Χείρωνα ή του Σκίρωνα). Με την Ενδηίδα έκαναν τον Πηλέα και τον Τελαμώνα. Ενώ, από τη δεύτερη γυναίκα του, τη Νηρηίδα Ψαμάθη, απέκτησε τον Φώκο. Όταν ο Τελαμώνας σκότωσε, κατά λάθος, τον Φώκο, στην εξάσκησή του στην δισκοβολία, οι κάτοικοι της Αίγινας νόμισαν ότι το έκανε από φθόνο, επειδή ήταν καλύτερός του στο αγώνισμα αυτό. Ο πατέρας του, που αγαπούσε τον Φώκο πάρα πολύ, εξόρισε (και με την πίεση της δεύτερης γυναίκας του) από την Αίγινα, και τους δυο γιους που είχε από την πρώτη σύζυγό του, προς κατευνασμό των εξαγριωμένων πολιτών και της μητριάς τους. Έτσι, ο Τελαμώνας έγινε βασιλιάς στη Σαλαμίνα, ενώ ο Πηλέας κατέφυγε στη Φθία, μαζί με πολλούς από τους Μυρμιδόνες (συνώνυμη της λέξης μυρμήγκια, προερχόμενοι από αυτά, μα κι επειδή ήταν πολύ εργατικοί (όντας έποικοι στην περιοχή, που έπρεπε να επιβιώσουν) κι έφτιαχναν στοές για τις μυστικές κι ασφαλείς μετακινήσεις τους.

Μια τέτοια στοά υπήρχε (σώζεται η επιχωματωμένη είσοδος) από τη θέση «Κάστρο», Β.Α. τής Πελασγίας, μέχρι την Παραλία της. Λέγεται, δε, πως οι Μυρμιδόνες, κάποτε, άφησαν λίγους μουσικούς (η μία εκδοχή) να παίζουν μουσικά όργανα μέσα σε αυτή, για να ξεγελάσουν τον εχθρό πως, τάχα, γλεντούν, ώστε να επιτεθεί το πρωί, που αυτοί θα κοιμόντουσαν, δήθεν, ακόμα, ως πιωμένοι ξενύχτηδες, αλλά εκείνοι είχαν φύγει μέσα από τη μυστική σήραγγα. Η άλλη εκδοχή λέει πως είχαν κουρντίσει κάποια όργανα, κι αυτά έπαιζαν μόνα τους.

Ο Πηλέας πήρε μέρος στην Αργοναυτική Εκστρατεία, όπου κι επινόησε, για πρώτη φορά, το αγώνισμα Πένταθλο, καθώς σε αυτό έβγαινε πρώτος, ενώ υστερούσε σε ένα από τα επιμέρους αγωνίσματα.

Αρχικώς, ο πρίγκιπας Πηλέας, καταφεύγοντας στη Φθία, πήρε ως γυναίκα του την ντόπια Πελασγή, Αντιγόνη, κόρη τού βασιλιά τής περιοχής Ευρυτίωνα και της γυναίκας του Αστυδάμειας. Προίκα τού έδωσαν τη Φθία, που απετέλεσε το βασίλειο των Μυρμιδόνων και βρισκόταν στη σημερινή Ανατολική – Βορειοανατολική Φθιώτιδα, ενώ συμπεριελάμβανε και τμήματα της σημερινής Θεσσαλίας. Ο Πηλέας με την Αντιγόνη απέκτησαν την Πολυδώρα. Στο κυνήγι τού Καλυδώνιου κάπρου, όμως, ο Πηλέας σκότωσε κατά λάθος τον πεθερό του, Ευρυτίωνα, και κατέφυγε στην Ιωλκό, όπου φιλοξενήθηκε από τον βασιλιά Άκαστο. Εκεί εξαγνίστηκε, κι αργότερα, επιστρέφοντας στη Φθία, έγινε βασιλιάς της. Μετέπειτα, η Αντιγόνη αυτοκτόνησε, κι έτσι ο Πηλέας έμεινε χήρος. Ως δεύτερη σύζυγο έλαβε τη Νηρηίδα Θέτιδα. Μαζί απέκτησαν τον Αχιλλέα.

Η Θέτιδα, για να κάνει αθάνατο τον γιο της, βάπτισε τον μικρό Αχιλλέα στα νερά τής Στύγας (ή του Σπερχειού) κρατώντας τον από τη φτέρνα. Με τον τρόπο αυτόν, η «Αχίλλειος πτέρνα» ήταν το μόνο τρωτό του σημείο, που και τον οδήγησε στον θάνατο. Την ανατροφή τού μικρού Αχιλλέα ανέλαβε ο Κένταυρος Χείρωνας, που εκπαίδευσε, μαζί, και τον μικρότερο, αλλά πρωτο-εξάδελφο τού Αχιλλέα, Πάτροκλο, ο οποίος έζησε στα μέρη του Πηλέα, από μια ηλικία και μετά, καθώς, όταν ήταν μικρό παιδί και ζούσε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Οπούντα της Λοκρίδας, σκότωσε πάνω στο παιχνίδι ένα συνομήλικό του αρχοντόπουλο, τον Κλησώνυμο, γιο του Αμφιδάμαντα. Αν και ήταν ανήλικος, ο Πάτροκλος έπρεπε να φύγει από τον τόπο του, γιατί τον βάραινε το αίμα του νεκρού. Έτσι ο πατέρας του τον έφερε στον Πηλέα, που τον ανέθρεψε μαζί με τον Αχιλλέα σαν δικό του παιδί. Κατά τον Ησίοδο, ο Πάτροκλος ήταν γιος του Αργοναύτη Μενοίτου (αδελφού του Πηλέα) και της θυγατέρας του Άκαστου, Σθενέλης. Όσον καιρό πολεμούσε ο Αχιλλέας, στην Τροία, στεκόταν δίπλα του και οδηγούσε το άρμα του. Συμβούλευε τον Αχιλλέα, προσπαθούσε να τον συγκρατήσει από τα πάθη του και να τον γυρίσει στον πόλεμο, όταν εκείνος αποχώρησε θυμωμένος με τον Αγαμέμνονα. Κι όταν δεν το κατάφερε, πήρε την πανοπλία και τα όπλα του για να τρομάξει τους Τρώες, που είχαν ξεθαρρέψει από την απουσία του Αχιλλέα και νικούσαν του Αχαιούς. Ο Πάτροκλος σκότωσε πολλούς Τρώες που πίστευαν ότι είναι ο Αχιλλέας, αλλά παρασύρθηκε από τον ενθουσιασμό κοντά στα τείχη της Τροίας. Εκεί ο Απόλλωνας τον αφόπλισε, ο Εύφορβος τον τραυμάτισε και ο Έκτορας τον σκότωσε. Ο Αχιλλέας θρήνησε πολύ τον θάνατο του φίλου του και πήρε εκδίκηση σκοτώνοντας τον Έκτορα και πολλούς άλλους Τρώες. Η «άποψη» περί ομοφυλοφιλικών σχέσεων μεταξύ των δύο ανδρών σαφώς και έγινε στη Δύση. Ο Όμηρος πουθενά δεν αναφέρει κάτι σχετικό πέραν μιας μεγάλης φιλίας που υπήρχε μεταξύ των δύο αντρών. Μια φιλία που «μετατράπηκε» σε ερωτική σχέση μέσα από κάποιους συγγραφείς και το Χόλλυγουντ (καθ’ εικόνα όσων συμβαίνουν εκεί).

Σύμφωνα με τον μύθο, πιο μετά, η Θέτιδα έκρυψε τον Αχιλλέα στην αυλή τού Λυκομήδη στη Σκύρο, μεταμφιεσμένο σε κορίτσι. Εκεί, ο νεαρός είχε δεσμό με την κόρη τού βασιλιά, Δηιδάμεια, με αποτέλεσμα να γεννηθεί ένας γιος, ο Νεοπτόλεμος.

Ο έφηβος Αχιλλέας ανακαλύφθηκε, όμως, από τον Οδυσσέα (ή τους: Αίαντα Τελαμώνιο και Φοίνικα), που έφτασε μεταμφιεσμένος σε γυρολόγο, πουλώντας κοσμήματα και όπλα. Ο Αχιλλέας εντοπίστηκε επειδή ήταν ο μόνος που κοιτούσε ένα σπαθί, ενώ τα κορίτσια τα γυναικεία στολίδια του πραματευτή.

Αναχώρησε από το λιμάνι της Σκύρου Αχίλι (ή Αχίλλι) για τη Φθία. Μετά τις προετοιμασίες, ο Αχιλλέας έφυγε για την Αυλίδα κι αργότερα πήρε μέρος στον Τρωικό Πόλεμο.

Ο Πηλέας ανέθεσε στον Φοίνικα, γιο τού Αμύντορα, να τον συνοδέψει στην εκστρατεία και να τον συμβουλεύει.

Τα δώρα των θεών, από τον γάμο του με τη Θέτιδα, ήταν τα όπλα που έδωσε στον γιο, ο πατέρας του, μαζί κι ένα ακόντιο που μπορούσε να θεραπεύει πληγές (δώρο του Χείρωνα), αλλά και τα δυο περίφημα άλογα, Βάλιο και Ξάνθο, γαμήλιο δώρο τού Ποσειδώνα, όταν παντρεύτηκε.

Ο Τρωικός Πόλεμος έγινε περί το 1280 π.Χ. (η μία εκδοχή). Άρα, όσοι υποστηρίζουν ότι η Φθία, την εποχή των Πηλέα – Αχιλλέα, ανήκε στη Θεσσαλία, έχουν άδικο, αφού συνέβαινε το ακριβώς αντίθετο, δηλαδή, η περιοχή των σημερινών Φαρσάλων ανήκε στη Φθία, όπως και η Νοτιοδυτική Μαγνησία. Η ιστορία τής πόλης Φαρσάλου αρχίζει το 1100 π.Χ., δυο αιώνες αργότερα. Επιπλέον αυτού, στηρίζουν τις απόψεις τους στον ιστορικό Φερεκύδη, του οποίου έργα δεν έχουν διασωθεί, παρά μόνο αποσπάσματα από ένα έργο του, το «Αυτόχθονες», που γράφτηκε για να δοξάσει τους προγόνους των ονομαστών οικογενειών τής Αττικής, που είχαν ζήσει κατά την ηρωική εποχή, και όχι κάτι σχετικό με την αρχαία Φθία. Επίσης, είναι γνωστό πως ο Φερεκύδης τροποποιούσε τους θρύλους, όχι για να τους εκλογικεύσει, αλλά για να τους προσαρμόσει στη λαϊκή πίστη τής εποχής του (el.wikipedia.org). (σ.σ. : Σαν. να λέμε, να γίνει αρεστός στις τοπικές κοινωνίες).

Η υποταγή μέρους της Φθίας στους Θεσσαλούς έγινε πολλούς αιώνες αργότερα της εποχής Πηλέα – Αχιλλέα, και διήρκεσε συγκεκριμένη περίοδο, καθώς ακολούθησε η κατάκτηση από τους Μακεδόνες.

Όπως γράφει και ο Κωνσταντίνος Αθ. Οικονόμου, στο έργο του: «H ΛΑΡΙΣΑ (σ.σ. ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ) ΚΑΙ Η ΘΕΣΣΑΛΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ»: «Τμήμα της Αχαΐας Φθιώτιδας, από τις αρχές τού 5ου αι. π.Χ., ενσωματώθηκε πλήρως στη Θεσσαλία, ενώ τα νότια ορεινά της, η κυρίως, δηλαδή, Φθιώτις, θεωρούνταν υποταγμένη, αλλά εξω-Θεσσαλική περιοχή». Η αναφορά αυτή δηλώνει την πραγματικότητα, ότι, δηλαδή, η Φθία δεν ανήκε στη Θεσσαλία, στα 1300 π.Χ., κι αν αυτό έγινε, αφορούσε τον 5ο αιώνα π.Χ. και όχι τους Ομηρικούς χρόνους ή την εποχή τού Τρωικού Πολέμου, άρα, ούτε τα χρόνια τού Αχιλλέα. Το ίδιο ισχύει, λοιπόν, και όταν συναντούμε την ονομασία «Θεσσαλική Φθία».

Το ίδιο εσφαλμένη θεωρώ και την εκδοχή όσων υποστηρίζουν πως ο Αχιλλέας ζούσε στην περιοχή Θαυμακία (Δομοκός), επικαλούμενοι αρχαιολογικά ευρήματα στην περιοχή, ενώ είναι γνωστό πως το μέρος αυτό είχε παραχωρηθεί στον Φιλοκτήτη. Την άποψή μου αυτή στηρίζω και στο γεγονός πως ο Όμηρος ξεχωρίζει τους πολεμιστές από τη Θαυμακία, στην Ιλιάδα, Β΄, στιχ. 716-718: «Της Θαυμακίας στάλθηκαν και της Μηθώνης άνδρες, της Ολιζώνος πετρωτής και ομού της Μελιβοίας. Και ο Φιλοκτήτης αρχηγός, εξαίσιος τοξότης», αναφέροντάς τους σε άλλο σημείο από εκείνο όπου μιλάει για τις πόλεις (Άλο, Αλόπη, Τραχίνα, Πελασγικόν Άργος) απ’ όπου ξεκίνησε ο Αχιλλέας.

Η αρχαία Φθία δεν ήταν μία πόλη, μα ολόκληρη περιοχή, όπως αυτή αναφέρεται από τον Όμηρο στην «Ιλιάδα», ραψ. Β΄, στίχοι 681-685 (στίχους που παρέθεσα παραπάνω), αλλά πολλοί προσπαθούν, για τοπικιστικά οφέλη, να υποστηρίξουν ότι οι Πηλέας – Αχιλλέας ζούσαν σε μέρος της επιλογής τους, ενώ δεν υπάρχουν στοιχεία για το ακριβές μέρος του παλατιού τους.

Ακόμα κι αν πάμε χιλιάδες χρόνια πίσω, στον Κατακλυσμό (9000 π.Χ. ή πιο νωρίς) οι περιοχές: Φθία και Θεσσαλία, όπου βασίλευσε ο Δευκαλίωνας, μετά την απόσυρση των νερών, αναφέρονται ως ξεχωριστές, παρ’ ότι δεν υπήρχαν ακριβή σύνορα, ακόμη, αφού οι διάφορες φυλές ζούσαν ως νομάδες, μετακινούμενοι. Μετά τη λήξη τής καταστροφικής νεροποντής, το πλοίο τού Δευκαλίωνα προσάραξε στο όρος Όθρυς (ή στον Παρνασσό), κι όπως όλοι γνωρίζουμε, το βουνό Όθρη (σημερινή ονομασία) ανήκει και στη Φθιώτιδα και στη Θεσσαλία (αλλά και χωρίζει τις δύο αυτές περιοχές). Για τον λόγο αυτόν, προφανώς, αναφέρεται πως ο ίδιος ο Δευκαλίωνας, έγινε βασιλιάς της Φθίας και της Θεσσαλίας (σ.σ.: πάλι αναφέρονται δύο ξεχωριστές περιοχές).

Τα παιδιά που απέκτησαν οι Δευκαλίωνας και Πύρρα ήταν: Έλληνας, Αμφικτύωνας, Πρωτογένεια, Μελανθώ, Θυία (ή Αιθυία) και Πανδώρα. Ο πρωτότοκος γιος τους, Έλλην(ας), έγινε Γενάρχης των Ελλήνων. Ο Αμφικτύων κυβέρνησε την Αθήνα. Ο Έλληνας απέκτησε με την Ορσυίδα τρεις γιους, τον Δώρο τον Ξούθο και τον Αίολο, τους μετέπειτα Γενάρχες των Ελλήνων.

Ο Ξούθος βασίλεψε στη Πελοπόννησο κι έκανε δύο γιους, τον Αχαιό και τον Ίωνα, από τους οποίους οι Αχαιοί και οι Ίωνες πήραν τα ονόματά τους. Ο Αίολος βασίλεψε στη Θεσσαλία και οι κάτοικοι ονομάσθηκαν Αιολείς. Ο Δώρος και οι Δωριείς εγκαταστάθηκαν στις περιοχές ανατολικά τού Παρνασσού. Ο Αμφικτύωνας ήταν πατέρας τού Λοκρού, ο οποίος ίδρυσε τη Λοκρίδα.

(http://www.ellinikoarxeio.com/2010/05/ancient-greece-deucalion-flood.html)

[ Μια άλλη, αρχαία παράδοση, από τα χρόνια του Ησιόδου, ανέφερε πως η Πανδώρα, κόρη του Δευκαλίωνα, γέννησε, από τον έρωτά της με τον Δία, τον Γραικό ].

Ο Αριστοτέλης και το «Πάριο Χρονικό» αναφέρουν: «Έλλην (του) Δευκαλίωνος (της) Φθιώτιδος εβασίλευσεν και Έλληνες εκλήθηκαν οι πρότερον Γραικοί καλούμενοι».

Την ύπαρξη του Έλληνα, δε, παραδέχονται κι οι άλλοι σημαντικοί ιστορικοί της αρχαιότητας, όπως ο Ηρόδοτος και ο Θουκυδίδης, κι έτσι συνδέθηκε η εθνική ονομασία με τον Γενάρχη, βασιλιά της Φθίας, τον Έλληνα.

Ο Αχιλλέας, όπως γνωρίζουμε, σκοτώθηκε από τον Πάρη, στη διάρκεια του Τρωικού Πολέμου, μα η «Ιλιάδα» τελειώνει πριν τον θάνατο του Αχιλλέα, για να έχουμε στοιχεία περί του τόπου ταφής του. Στην «Οδύσσεια», όμως, ραψωδία 24, στίχοι 80-84, γίνεται για πρώτη φορά λόγος για τον τύμβο τον οποίο ανήγειραν οι Αχαιοί προς τιμή τού συμπολεμιστή τους Αχιλλέα, σε μια μη κατονομαζόμενη χερσόνησο του Ελλησπόντου.

Σύμφωνα με το ποίημα «Αιθιοπίς» που αποδίδεται στον Αρκτίνο της Μιλήτου, όταν σκοτώθηκε ο ήρωας, γύρω από τη σωρό του, έγινε αγώνας για να τον πάρουν από τα χέρια των Τρώων, οι σύντροφοί του και να τον μεταφέρουν στο στρατόπεδο των Αχαιών. Ο θρήνος κράτησε 17 ημέρες. Σε αυτόν, πήραν μέρος η Θέτιδα και οι άλλες Νηρηίδες από τη θάλασσα και οι Μούσες από τα βουνά, ενώ παραβρέθηκαν και ορισμένοι θεοί. Το ακρογιάλι αντηχούσε όλη την νύχτα από τους θρήνους των πολεμιστών, γύρω από τον νεκρό πολέμαρχο, που όμοιος του δεν είχε υπάρξει ποτέ, κανένας ως τότε. Οι Μυρμιδόνες είχανε πέσει μπρούμυτα καταγής κι έκλαιγαν τον βασιλιά τους, που τους φερνόταν, πάντοτε, σαν να ήταν ίσοι του και, μ’ όλο που ήτανε τόσο δυνατός, ποτέ του δεν έδειξε άκαρδος κι αυστηρός. Ο Αίαντας είχε γονατίσει κι έσφιγγε στην αγκαλιά του το κορμί τού σκοτωμένου, που τον έδεναν μαζί του δεσμοί συγγένειας (πρωτο-εξάδελφος) και μεγάλης φιλίας. Ας μην ξεχνάμε πως την εποχή εκείνη –οπόταν οι άνθρωποι δεν είχαν αλλοτριωθεί ακόμα από την εκβιομηχάνιση και την ηλεκτρονικο-ποίηση- τα αισθήματα ήταν κι εκφραζόντουσαν πολύ έντονα.

Μετά την ταφή του, σε μια ακτή τού Ελλήσποντου, αφού υψώθηκε τύμβος ψηλός για να τον βλέπουν από μακριά οι ναυτικοί, έγιναν αγώνες με έπαθλα πολύτιμα δώρα τής Θέτιδας και των θεών. Στους αγώνες αυτούς, ο Οδυσσέας, νικώντας τον Αίαντα, πήρε ως έπαθλο τα όπλα τού Αχιλλέα, που τα είχε φτιάξει ο Ήφαιστος, κι Αίαντας ήταν απαρηγόρητος, ως συγγενής και στενός φίλος του νεκρού.

Σύμφωνα με την παράδοση, η Θέτιδα μετέφερε τη στάχτη τού νεκρού γιου της, αργότερα, στις εκβολές τού Δούναβη, στον Εύξεινο Πόντο, στη νήσο Λευκή.

http://2gym-giann.pel.sch.gr/axilleas/dethax.doc

[ Σ.σ. Η εκδοχή αυτή μπορεί να ισχύει, καθώς το νησί αυτό είναι υπαρκτό και θεωρείται από τους ξένους ως σημείο ταφής τής στάχτης του Αχιλλέα, ενώ, τον τάφο τού Αχιλλέα, μακριά από τη μητροπολιτική Ελλάδα, κοντά στην Τροία, επισκέφθηκε κι ο Μέγας Αλέξανδρος, σύμφωνα με τον Αρριανό τής Νικομήδειας. ]

Ο Ευριπίδης, στην τραγωδία του «Εκάβη», στίχοι 107-153, περιγράφει τη θυσία τής σκλάβας Πολυξένης (μικρότερης κόρης Πριάμου – Εκάβης) πάνω στον τάφο τού Αχιλλέα, όταν οι Έλληνες βρίσκονταν στη Θρακική Χερσόνησο.

Χορός γυναικών προς Εκάβη:

«Βγήκε ένας λόγος πως στη σύναξή τους, οι Αχαιοί βουλήθηκαν θυσία να κάμουν στον Αχιλλέα την κόρη σου. […]. Τον τάφο τού Αχιλλέα να ράνουν με νιάτα αιμάτου».

Έχει αναφερθεί πως ο Μέγας Αλέξανδρος επισκέφθηκε τα μέρη εκείνα, κοντά στην Τροία, όπου είχε ταφεί ο Αχιλλέας, για να προσκυνήσει τον τάφο του αγαπημένου του ήρωα και μακρινού προγόνου του.

Συνεπώς, ο Αχιλλέας ετάφη μακριά από τη Φθιώτιδα, κι επειδή πολλοί προσπαθούν να οικειοποιηθούν τον ήρωα ως δικό τους γέννημα, απαντώ ότι πλανώνται πλάνη μεγάλη.

Μετά τον Τρωικό Πόλεμο, ο γιος τού Αχιλλέα, Νεοπτόλεμος (πήρε μέρος μετά τον θάνατο του πατέρα του) επέστρεψε, αρχικώς, στη Φθία, αλλά, μετά, εγκαταστάθηκε στην Ήπειρο, όπου ίδρυσε το Γένος των Μολοσσών, απ’ όπου απώτερος απόγονος τού Αχιλλέα ήταν ο Μέγας Αλέξανδρος, μέσω της μητέρας του Ολυμπιάδας, πριγκίπισσας των Μολοσσών. Αυτό, από τον γιο που απέκτησε ο Νεοπτόλεμος με την Ανδρομάχη, νύφη τού Πριάμου, συζύγου τού Έκτορα, ενώ με την Ερμιόνη, κόρη τού Μενελάου και της ωραίας Ελένης, δεν είχε παιδιά.

Το τι έγινε αιώνες μετά στην Ήπειρο, όσον αφορά τα σύνορα και τις πόλεις που δημιουργήθηκαν σε: Φθία, Θεσσαλία, Μακεδονία κι άλλα μέρη της Ελλάδας, είναι γνωστά, αλλά αυτό δε σημαίνει πως Φθία, Ήπειρος και Μακεδονία ταυτίζονται, επειδή πριγκίπισσες της Ηπείρου έφεραν το όνομα «Φθία» και «Δηιδάμεια», βασίλισσα της Μακεδονίας ονομαζόταν «Φθία» και βασιλιάδες τής Ηπείρου είχαν το όνομα «Νεοπτόλεμος» και «Πηλέας».

Οφείλω να καταθέσω πως, ο Ευριπίδης, στην αρχή τού έργου του «Ανδρομάχη», αναφέρει τις περιοχές Φάρσαλα και Φθία, ως τόπο διαμονής του Νεοπτόλεμου, αλλά μιλάει για περιοχές και όχι για πόλεις, και οι περιοχές αυτές ανήκαν στη Φθία, τότε. Άλλο το ότι η περιοχή των Φαρσάλων, όπως και το Θετίδειο (Θετίδιο), ανήκαν στην αρχαία Φθία, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται ο Νομός Λαρίσης, κι άλλο πως ο Αχιλλέας ήταν Θεσσαλός και η Φθία Θεσσαλική, την εποχή εκείνη, έστω κι αν στην εποχή του τραγικού ποιητή υπήρχαν τα Φάρσαλα και ως πόλη, πλέον, αλλά δεν υπήρχαν στα χρόνια του Τρωικού Πολέμου. Όμως, όπως έχει προαναφερθεί, οι τέσσερις πόλεις, της Τετράδας Αρχαίας Φθίας (Άλος, Αλόπη, Τραχίνα, Πελασγικόν Άργος) βρισκόντουσαν κοντά στη θάλασσα, νότια, κι ο βασιλιάς δεν ήταν δυνατόν να κατοικεί βόρεια.

Επειδή, ο ίδιος, δεν είμαι Ιστορικός, συνέταξα το άρθρο αυτό, ανατρέχοντας σε στίχους κι αποσπάσματα αρχαίων κειμένων, αλλά και στηριζόμενος σε στοιχεία καταξιωμένων Ιστορικών, αρχαιολόγων, συγγραφέων και ποιητών, και όχι, μόνο, ως Πελασγιώτης. Το έγραψα, δε, κι εξαιτίας πολλών ανακριβειών που διάβαζα σε διάφορα έντυπα και στο Διαδίκτυο, από άτομα τα οποία, για ίδιο ή τοπικιστικό όφελος, παρέβλεπαν ή αγνοούσαν την Ιστορία, φέρνοντας τα γεγονότα στα μέτρα τους.

Πολλά από τα ψευδή δημοσιεύματα ξεκίνησαν όταν, την Πρωταπριλιά του 2010, «σελίδα» τής Λαμίας στο Διαδίκτυο (LamiaNews), η οποία δε λειτουργεί πλέον, δημοσίευσε, ως Πρωταπριλιάτικο ψέμα, πως βρέθηκε ο τάφος τού Αχιλλέα στη Δυτική Φθιώτιδα.

Η είδηση αυτή διαψεύστηκε αργότερα, από τους συντάκτες της, αλλά, εν τω μεταξύ, είχε διαδοθεί σε πολλούς επισκέπτες τής «σελίδας» αυτής, μα, το χειρότερο, αναδημοσιεύτηκε κι από άλλες «σελίδες» τού Διαδικτύου, αλλά και σε διάφορα έντυπα που δεν τη διέψευσαν ποτέ, ενώ, αλίμονο, ορισμένοι συνέδεσαν τον, δήθεν, τόπο ταφής και με τον τόπο καταγωγής τού ήρωα.

Η ΔΙΑΨΕΥΣΗ του “LAMIA NEWS”: «Επειδή βλέπουμε τις τελευταίες μέρες αυτό το θέμα οι αναγνώστες να το αναδεικνύουν, σας ενημερώνουμε ότι αναρτήθηκε την Πρωταπριλιά τού 2010 και θεωρήθηκε πολύ πετυχημένη “πρωταπριλιάτικη φάρσα”, αφού με το θέμα ασχολήθηκε τοπικός και αθηναϊκός τύπος, επιστήμονες, αρχαιολόγοι, η δε έφορος αρχαιοτήτων, που αναφέρουμε, δέχτηκε δεκάδες συγχαρητήρια τηλεφωνήματα. Τη φάρσα, αποκαλύψαμε το βράδυ τής ίδιας μέρας.

Αυτά προς άρση τυχόν παρεξηγήσεων! LamiaNews 17 Απριλίου 2011 4:26 μ.μ.

Πιστεύοντας πως η περιοχή «Κάστρο» Πελασγίας ταυτίζεται με την Κρεμαστή Λάρισα (ή Πελασγικόν Άργος), στην αρχαία Φθία, που ήταν μία από τις τέσσερις πόλεις των Πηλέα – Αχιλλέα, και θεωρώντας το αυτό αλήθεια, στο ποίημά μου «Ο ΤΟΠΟΣ ΜΟΥ: ΠΕΛΑΣΓΙΑ», αναφέρω:

Με σένα τη ζωή άρχισα εντός μου και πρώτα εδώ αντίκρισα το φως.

Μητέρα Πελασγών έχω πατρίδα, του Αχιλλέα είμαι αδελφός.

Είμαι βαθιά πεπεισμένος, δε, πως η αρχαιολογική έρευνα, με ανασκαφή του «Κάστρου» θα αναδείξει την ιστορία τού τόπου, αλλά και θα συμβάλλει τα μέγιστα στην ανάπτυξή του, κι αυτό θα πρέπει ν’ αποτελέσει προτεραιότητα των αρχών, μα και του κάθε Πελασγιώτη, όλων των κατοίκων της Ανατολικής Φθιώτιδας, θα έλεγα (με όποιον τρόπο δύναται να συμβάλει ο καθένας), κι αυτό (λόγω της έλλειψης χρημάτων) μπορεί να πραγματοποιηθεί από αρχαιολογική σχολή ξένου πανεπιστημίου, που το κάνει με δικά του έξοδα.

Ας μην ξεχνάμε πως ο Ερρίκος Σλήμαν εξερεύνησε τις Μυκήνες (ίδιας εποχής με το «Κάστρο» της Πελασγίας) χωρίς, καν, την άδεια των τότε ελληνικών αρχών. Βρίσκοντας, δε, τους τάφους των: Αγαμέμνονα, Κλυταιμνήστρας, Αίγισθου (ίδιας εποχής με τον Αχιλλέα), απέδειξε πως τα πρόσωπα αυτά υπήρξαν, έζησαν και βασίλεψαν εκεί και, φυσικά, δεν αποτελούν μύθο. Την ύπαρξη των ατόμων της εποχής εκείνης αποδεικνύουν και τα πρόσφατα ευρήματα στο μυκηναϊκό ανάκτορο του βασιλιά Νέστορος, στον Άνω Εγκλιανό της Πύλου, στοιχεία που παρουσιάστηκαν στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών από τους αρχαιολόγους Τζακ Ντέιβις και Σάρον Στόκερ, του «Πανεπιστήμιου Σινσινάτι», οι οποίοι, το καλοκαίρι του 2015, βρήκαν κάτι μοναδικό: Έναν ασύλητο τάφο με τον σκελετό άνδρα, ηλικίας 30 – 35 ετών, καθώς και περισσότερα από 1.400 μοναδικά αντικείμενα, ως κτερίσματα για τη μετά θάνατο ζωή του.

Για όλους αυτούς τούς λόγους, και για να έλθει ξανά στην επικαιρότητα το θέμα «ΑΧΙΛΕΑΣ» διοργάνωσα Λογοτεχνικό Διαγωνισμό, με θέματα: «Αχιλλέας, Ομηρικός ήρωας» (Ποίηση) και «Φθία, πατρίδα του Αχιλλέα» (Δοκίμιο), τα αποτελέσματα του οποίου ανακοινώθηκαν στην Πελασγία, όπου κι έλαβε χώρα η εκδήλωση απονομής, με επιπλέον στόχο την αποκατάσταση της αλήθειας. Η εκδήλωση αυτή είχε πολλαπλά οφέλη για τον τόπο, καθώς οι επισκέπτες (βραβευθέντες και συγγενείς – φίλοι τους) ανήλθαν σε 74 άτομα, πολλοί εκ των οποίων έμειναν σε ξενοδοχεία Πελασγίας – Γλύφας, εστιάστηκαν στα τοπικά εστιατόρια και ψώνισαν από τα καταστήματά μας, αλλά, το σπουδαιότερο: γνώρισαν τον τόπο μας και την ιστορία του, κάτι που μπορεί να επαναληφθεί.

Εκτός από: «Πολιτιστικό Σύλλογο Πελασγίας» στις Επιτροπές Κρίσης μετείχαν, κυρίως, Πελασγιώτες εκπαιδευτικοί και ιστορικοί, ενώ, στην τελετή, διαβάστηκε σχετικό κείμενό μου.

Στοιχεία του άρθρου (στην αρχή) αντλήθηκαν από το βιβλίο, του αείμνηστου Ζήση Χρ. Πρωτοπαπά: «ΠΕΛΑΣΓΙΑ» (έκδοσης του «Συνδέσμου Πελασγιωτών Αθήνας – Πειραιά»).

Νίκος Μπατσικανής

error: Content is protected !!
Μετάβαση στο περιεχόμενο